Το πρώτο βιβλίο των χρονικών του Έλρικ του Μελνιμπονέ, ενός αντι-ήρωα της φανταστικής λογοτεχνίας που έπλασε ο Michael Moorcock ξεκινά ως εξής:
“Στο νησιωτικό βασίλειο του Μελνιμπονέ, οι αρχαίες τελετουργίες ακολουθούνται ακόμα πιστά, αν και η ισχύς του έθνους τα τελευταία πεντακόσια χρόνια έχει πάρει τον κατήφορο. Ο παλιός τρόπος ζωής διατηρείται μόνο με τη βοήθεια του εμπορίου που έχει ανοίξει με τα Νεαρά Βασίλεια, και από το γεγονός πως η πόλη της Ίμριρ έχει γίνει τόπος συνάντησης εμπόρων. Μήπως οι τελετουργίες αυτές έχουν πάψει να είναι χρήσιμες; Μήπως θα έπρεπε να καταργηθούν ώστε να αποφευχθεί ο όλεθρος; Κάποιος που θα ήθελε να κυβερνά στη θέση του αυτοκράτορα Έλρικ δεν το πιστεύει. Ισχυρίζεται πως αυτό που θα φέρει στο Μελνιμπονέ την καταστροφή είναι η άρνηση του Έλρικ να τιμά με την παρουσία του όλες τις τελετουργίες. Έτσι ανοίγει η αυλαία της τραγωδίας που θα πέσει πολλά χρόνια αργότερα, με αποκορύφωμα την καταστροφή του κόσμου.”
Η λογοτεχνία του φανταστικού είναι παραμύθια, αλλά όπως λένε και τα Ξύλινα Σπαθιά σε ένα τραγούδι τους “τα παραμύθια δεν είναι αλήθεια αλλά τουλάχιστον δεν είναι ψέματα”…
Με πολλά παραθέματα ξεκινάω αυτό το άρθρο αλλά το κάνω διότι το ζήτημα που θέλω να θίξω είναι πολύ λεπτό.
Αφορά την πίστη και σε γενικότερο επίπεδο τις θρησκείες που δοκιμάζονται αυτόν τον καιρό από την πανδημία του κορονοϊού Covid-19, η οποία επικαλύπτει (τυχαίο ή όχι;) το Χριστιανικό Πάσχα. Δεν επιτρέπονται οι συναθροίσεις οπότε δεν επιτρέπεται και η μαζική συμμετοχή σε αυτές. Συμμετοχή μέσω απόστασης λοιπόν, μέσω τηλεόρασης, να βλέπεις τον ιερέα να κηρύττει, να ψάλει ενώ βρίσκεσαι σπίτι σου…
Ξεκίνησα με το παράθεμα από το βιβλίο του “Έλρικ του Μελνιμπονέ” διότι περιγράφει (υποκρύπτει) μία μεγάλη αλήθεια. Τη δύναμη της συνήθειας. Την προσκόλληση των ανθρώπων σε συγκεκριμένες διαδικασίες και συμπεριφορές και την αργή ανταπόκρισή τους στην αλλαγή. Την άρνησή τους να συνειδητοποιήσουν ή να αποδεχτούν την “αλήθεια”.
Βάζω τον όρο αλήθεια σε εισαγωγικά γιατί και αυτός ο όρος χρησιμοποιείται ενίοτε ποικιλοτρόπως. Για εμένα η μοναδική αλήθεια είναι αυτή της επιστήμης. Δεν μπορείς π.χ. να αντικρούσεις το γεγονός ότι 1+1=2. Για άλλους η αλήθεια είναι ο λόγος του Θεού. Είναι κάτι αόριστο που επαφίεται στην δύναμη της πίστης και της ψυχής του καθενός. Αν θέλεις το πιστεύεις και αν θέλεις πιστεύεις είτε στον Αλλάχ, είτε στον Βούδα, είτε σε οτιδήποτε άλλο.
Αυτό το Πάσχα με βρίσκει να αναρωτιέμαι αν τελικά οι άνθρωποι σε παγκόσμιο επίπεδο επιζητούν καταφύγιο στην θρησκεία όχι μόνο για να λύσουν την απάντησή τους στον θάνατο αλλά και για να δώσουν νόημα στην καθημερινή τους ζωή. Οι θρησκευτικές εορτές βλέπετε συνδέονται με έθιμα, έθιμα που διαφοροποιούν κάποιες μέρες από άλλες, που μας δημιουργούν προσμονή, που μας επιτρέπουν να “σπάσουμε” την καθημερινότητά μας. Πώς θα ήταν η ζωή μας χωρίς θρησκείες; Φανταστείτε το; Τι θα γιορτάζαμε τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα ή σε άλλες γιορτές που συνδέονται με τόσα έθιμα σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο; Θα γιορτάζαμε άραγε κάτι; Όλες οι μέρες θα ήταν ίδιες…όπως αυτές που βιώνουμε σήμερα στις μέρες του οικιακού εγκλεισμού.
Και επανέρχομαι στον όρο της “αλήθειας” λοιπόν…
Όλοι πια γνωρίζουμε πως δημιουργήθηκε ο κόσμος. Όλοι ξέρουμε πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος οργανισμός. Πώς μπορεί π.χ. να κολλήσεις έναν ιό. Είναι θέματα που άπτονται της γνώσης.
Τα θέματα της πίστης όμως είναι κάτι άλλο και ανάλογα με τον καθένα αυτό το Πάσχα μπορεί να αποβεί:
– είτε μία μεγάλη ευκαιρία ψυχικής ανάτασης [εφόσον το Πάσχα συμβολίζει την Ανάσταση έτσι και ο Θεός μας δοκιμάζει φέτος μέσω του κορονοϊού, ο οποίος συμβολίζει τον θάνατο, προκειμένου να αποδείξουμε την πίστη μας και να θριαμβεύσουμε εν τέλει εναντίον του, ακόμα και μακριά από τους τόπους λατρείας (αυτό θα αποτελέσει τον απόλυτο συμβολισμό του θριάμβου της ζωής απέναντι στον θάνατο)]
– είτε να συντελέσει στην αποδυνάμωση της πίστης όσων ταλαντεύονται στο ερώτημα “υπάρχει Θεός”, δεδομένου ότι αν υπάρχει Θεός γιατί δεν εμποδίζει την εξάπλωση του ιού στους τόπους λατρείας του ή μέσω της Θείας Μετάληψης;
Αναφορικά με εμένα, αυτό το Πάσχα με βρίσκει να στοχάζομαι όλα αυτά τα ζητήματα και να παρατηρώ την συμπεριφορά των ανθρώπων και να την παρομοιάζω/συγκρίνω με αυτήν των άλλων θηλαστικών (με τα τόσα ντοκιμαντέρ που παρακολουθώ στον ΣΚΑΙ για την γη και το ζωικό βασίλειο…).
Είναι η θρησκεία μία συνήθεια, ένας τρόπος ζωής που επινοήσαμε για να δώσουμε “αλατοπίπερο” σε αυτήν; Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος τον Θεό όταν ξεκίνησε να επιδιώκει την κατανόηση του κόσμου;
Κλείνοντας έτσι όπως ξεκίνησα, με μία παράθεση, καταλήγω στο ότι αυτό το Πάσχα (σε προσωπικό επίπεδο) με βρίσκει σίγουρα πιο κοντά σε αυτό που είχε πει ο Βολτέρος:
“Κι αν ακόμα δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να εφεύρουμε έναν.”